Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
φλεμόνι — το, Ν βλ. πλεμόνι … Dictionary of Greek
πλεμόνι — και φλεμόνι, το, Ν βλ. πνεύμονας … Dictionary of Greek